κάνω κοπάνα

κάνω κοπάνα
fer campana

Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • κοπάνα — η 1. μεγάλος κόπανος 2. είδος πηλοφοριού με το οποίο μεταφέρουν τη λάσπη οι κτίστες 3. σκάφη για πλύσιμο 4. φρ. «τήν κάνω κοπάνα» φεύγω κρυφά ή απουσιάζω αδικαιολόγητα, τό σκάζω (α. «έκανα πολλές κοπάνες από το σχολείο στην έκτη γυμνασίου» β.… …   Dictionary of Greek

  • σκασιαρχείο — το, Ν [σκασιάρχης] 1. εκούσια απουσία από μάθημα, εργασία ή άλλη ενασχόληση χωρίς λόγο, κοπάνα 2. φρ. «κάνω σκασιαρχείο» φεύγω από κάπου όπου έπρεπε να παρευρίσκομαι, απουσιάζω χωρίς λόγο, κάνω κοπάνα …   Dictionary of Greek

  • Nikos Rizos — For other uses, see Rizos. Nikos Rizos Νίκος Ρίζος Born September 30, 1924(1924 09 30) Peta, Greece Died April 20, 1999(1999 04 20) (aged 74) Athens, Greece Occupation …   Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”